σκουντουφλάω

σκουντουφλάω
σκουντουφλάω (δε συνηθίζεται η κλίση σε ), σκουντούφλησα βλ. πίν. 58
——————
Σημειώσεις:
σκουντουφλάωσκουντουφλιάζω : δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση εννοιών.
Το σκουντουφλιάζω σημαίνει γίνομαι σκουντούφλης, σκυθρωπός, ενώ το σκουντουφλάω σκοντάφτω ή παραπατάω.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σκουντουφλιάζω — σκουντουφλιάζω, σκουντούφλιασα, (σπάν.) σκουντουφλιασμένος βλ. πίν. 35 Σημειώσεις: σκουντουφλάω – σκουντουφλιάζω : δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση εννοιών. Το σκουντουφλιάζω σημαίνει → γίνομαι σκουντούφλης, σκυθρωπός, ενώ το σκουντουφλάω →… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”